Κομπολόι

Ομολογώ, πως ανήκω στα άτομα που εκνευρίζονταν πάντοτε  από το συνεχή θόρυβο ενός κομπολογιού. Έτσι, πάντοτε επεδίωκα να “επικρίνω” με τις ματιές μου , τους υπεύθυνους των ..ενοχλητικών ήχων.
..όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που ανακάλυψα την ιστοσελίδα www.komboloi.gr κι έτσι το 1ο Μουσείο Κομπολογιού, που βρίσκεται στο Ναύπλιο. Ήρθα σε επαφή με το συλλέκτη των κομπολογιών και ιδιοκτήτη του Μουσείου, κ. Ευαγγελινό, λέγοντάς του για τη νεολαία και το περιοδικό μας! Πολύ σύντομα μου έστειλε το βιβλίο, που ο ίδιος έγραψε και φέρνει τον τίτλο

“Το κομπολόι και η ιστορία του”.

Ας αφήσουμε λοιπόν να μας μιλήσει ο ίδιος γι΄ αυτό που τόσο αγαπάει..  διαβάζοντας τα αποσπάσματα από το βιβλίο του. (Τελικά ανακάλυψα και... τι με ενοχλεί στα κομπολόγια! Οι μεταλλικές χάντρες!)

“Αν νιώσεις την ανάγκη μιας συντροφιάς στη μοναξιά σου, απόκτησε ένα κομπολόι. Διάλεξε αυτό που θα ερεθίσει την όραση, την αφή και την ακοή σου συνάμα. Μια σχέση μαγική, σχέση ερωτική, θα έχει ήδη αρχίσει..”

Ρωτήστε κάποιον γιατί κρατάει το κομπολόι στα χέρια του.. και θα λάβετε την απάντηση:

“Γιατί μου αρέσει
“Για να περνάω την ώρα μου
“Γιατί έκοψα το τσιγάρο
“Γιατί έχω νεύρα
“Από συνήθεια, από ανία

Κανείς όμως δεν μπορεί να εξηγήσει πως γίνεται άνθρωπος και κομπολόι να έχουν δεθεί τόσο στεν ά, γιατί αυτός ο δεσμός κρατάει τόσα χρόνια, χωρίς να χαλαρώνει μέσα στη συνεχή ροή των αλλαγών. Σχεδόν κανείς δε γνωρίζει κάτι για την προέλευση του καθημερινού του συντρόφου.

Είναι ίσως γοητευτικό να είσαι “ερωτευμένος” για λίγο με έναν “άγνωστο”, όχι όμως όταν σε συντροφεύει σε όλη τη σου τη ζωή.

Ποιος, που, πότε και γιατί “δημιούργησε” το κομπολόι..
Ας δούμε, τι συμβαίνει με τη λέξη αυτή:

Είναι σύνθετη:
Ξεχωρίζουμε τον “κόμπο” που είναι το κύριο σώμα της και την κατάληξη –όι. Κόμπος είναι το
δέσιμο που γνωρίζουμε, αλλά και κατά μία αρχαία ελληνική ερμηνεία, κόμπος σημαίνει χτύπος, κρότος, θόρυβος που ακούγεται όταν δύο σκληρά αντικείμενα, από το ίδιο υλικό φτιαγμένα, συγκρούονται μεταξύ τους.

Η κατάληξη –όι σημαίνει σειρά σε μήκος, όμοιων πραγμάτων. Έτσι, σε μια σειρά από κόμπους ή χάντρες, περασμένες σε κλωστή, που κινούνται και χτυπούν η μία την άλλη, ζωγραφίζουν την εικόνα του κομπολογιού. Υπάρχει ακόμα μια ερμηνεία που προστίθεται στις παραπάνω, και που προέρχεται από τον κόσμο που χρησιμοποιεί το κομπολόι-προσευχητάρι για το μέτρημα των προσευχών. Κάθε κόμπος και λεω, κομπο-λέω, κομπολόι..

Το κομπολόι ήρθε από την Ανατολή. Εμείς οι Έλληνες το
πρωτοείδαμε στα χέρια των Τούρκων κατακτητών.

Το μουσουλμάνικο κομπολόι:

Ο Μωάμεθ δίδαξε τη σπουδαιότητα της επικοινωνίας των ανθρώπων με τον Αλλάχ., τη δύναμη της προσευχής.

Όμως, πως και πότε πρέπει να προσεύχονται οι πιστοί; Η απάντηση δίνεται στο Κοράνι: “Οι προσευχές πρέπει να είναι 99, όσες και οι ιδιότητες μου”, παρήγγειλε ο Αλλάχ στο Μωάμεθ.

Πως όμως θα κατόρθωνε ο πιστός μουσουλμάνος να φτάνει στον αριθμό 99 της προσευχής χωρίς να κινδυνεύει να χαθεί στο δρόμο;

Ο Μωάμεθ είχε την ιδέα: “να τρυπηθούν 99 φασόλια και να περαστούν σε μια κλωστή. Κάθε φασόλι και προσευχή.

Το όνομα του; Masbaha που σημαίνει απαγγέλλω. Γρήγορα κατασκευάστηκαν τα πρώτα
προσευχητάρια από κουκούτσια κι από ξύλινες χάντρες. Περνούσαν 99 όμοιες χάντρες σε λεπτό σχοινί, αφήνοντας μια μικρή απόσταση μεταξύ τους, ίση με το μέγεθος της χάντρας, για να μπορεί η κάθε χάντρα να προχωραέι και να δίνει τη θέση της στην επόμενη. (Υπάρχουν επίσης
προσευχητάρια με 33 χάντρες).

Μαζί με τη γέννηση των θρησκειών, εμφανίζεται στην Ινδία και στην Κίνα το κομπολόι.

Ο χαρακτήρας του είναι καθαρά θρησκευτικός. Αυτό δηλώνει και το όνομα “Τζεπιάν”. “Τζέπα” στα σανσκριτικά σημαίνει προσευχή. Σήμερα επικρατεί η ονομασία Mala, δηλαδή προσευχή.

Έτσι, χρονολογικά, το πρώτο κομπολόι έρχεται από τους ινδουιστές, παρόμοιο με το μουσουλμανικό κομπολόι, μα με περισσότερες χάντρες, γιατί αυτοί έχουν 108 προσευχές. Χωρίζεται σε τέσσερα μέρη από 27 το καθένα, άλλες πάλι σε τρία μέρη, ένα από 54 και δύο από 27.

Από εκεί περνάει στα χέρια των βουδιστών με τη γέννηση του Βούδα, το 560 π.Χ.

Τέλος, γύρω στον 13ο αιώνα μ.Χ. περνάει στην Ευρώπη, στα χέρια των Καθολικών κι αυτό
χάρη στο σαφή και καθαρό σχεδιασμό του Αγίου Δομίνικου και των άλλων Πατέρων της Εκκλησίας.

Οι χάντρες εδώ είναι 59, όσες και οι προσευχές.

Οι απανταχού Καθολικοί Χριστιανοί της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης έχουν δύο κοινά αγαθά: τη σκέπη του Πάπα και το προσευχητάρι. Οι Γάλλοι το Chapelet, οι Ιταλοί το Rosario, οι Γ

Τι πιο όμορφο και πιο τρυφερό, από το να χαρίσεις ένα κομπολόι. Έτσι νιώθεις τη μοναξιά του άλλου.

ερμανοί το Rosenkranz.

Στα κομπολόγια αυτά οι χάντρες παραμένουν ακίνητες, στριμωγμένες, φυλακισμένες στους αυστηρούς θρησκευτικούς κανόνες.

Σε αντίθεση με το ελληνικό κομπολόι: μόνον η επαναστατική ελληνική σκέψη και ψυχή θα μπορούσε να επέμβει. Αφαιρώντας λίγες χάντρες, έκοψε τα δεσμά της φυλακής, και τώρα οι
χάντρες μπορούν να “χορεύουν” και να “τραγουδούν” χαρούμενα ή λυπητερά..

Στη χριστιανική θρησκεία βρίσκουμε το κομποσχοίνι.

Στο βιβλίο διαβάζουμε, ότι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε τον Παχώμιο ( ο Όσιος Παχώμιος ίδρυσε γύρω στα 320 μ.Χ. το πρώτο μοναστήρι στη Θηβαϊδα της Αιγύπτου ) στον ύπνο του και του υπέδειξε λύση στο πρόβλημα της αυτοσυγκέντρωσης κατά τη διάρκεια των προσευχών, όπως και στην αρίθμηση των ευχών, των δεήσεων και των ευχών που η κάθε προσευχή έπρεπε να περιέχει..

Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ είχε  μαζί του ένα μεταξωτό σχοινί και άρχισε να πλέκει το σχοινί αυτό σε κόμπους, τον έναν κοντά στον άλλο, με περισσή δεξιοτεχνία και σύμφωνα με κάποιο σχέδιο
περίτεχνο που εκείνος γνώριζε. Τον κάθε κόμπο αποτελούσαν εννέα πλεγμένοι Σταυροί για να
θυμίζουν τα εννέα Τάγματα των Αγγέλων.

Έδεσε λοιπόν 33 κόμπους και με τον τελευταίο ένωσε τις δύο άκρες του νήματος σε κύκλο. Σ΄ αυτό το σημείο, έπλεξε ένα σταυρό από κόμπους που έφτιαξε ακολουθώντας την ίδια τεχνική και παρέδωσε το εργόχειρο στον Παχώμιο.

Από τότε άρχισε να φτιάχνεται το κομποσχοίνι.

Συνεχίζοντας την ανάγνωση φτάνουμε στο σημερινό κομπολόι, σ΄ αυτό που
πάρα πολλοί κρατούν καθημερινά στο
χέρι τους.

Ανακαλύπτουμε πως το μήκος του κομπολογιού έχει μεγάλη σημασία. Πρέπει να είναι τόσο ακριβώς όσο χρειάζεται για να τυλίγεται γύρω από την παλάμη.

Ανάμεσα στις δύο χάντρινες σειρές και τον “Παππά” (όπως ονομάζεται η μεγαλύτερη χάντρα στην άκρη του κομπολογιού) πρέπει να υπάρχει ένα κενό, μια απόσταση τεσσάρων δακτύλων περίπου.

Οι παλιότεροι προτιμούσαν μεγαλύτερη απόσταση γιατί βοηθούσε στην πρόσκρουση της μιας
χάντρας απάνω στην άλλη με περισσότερη επιτάχυνση και δυνατότερο χτύπο. Στους νεώτερους,
σήμερα, αρέσουν διαφορετικές ακροβασίες και χάντρινα παιχνίδια.

Οι χάντρες πρέπει πάντα να έχουν μονό αριθμό κι αυτό για τρεις λόγους:

Ο πρώτος έχει να κάνει με την οπτική, το σχεδιασμό και την ισορροπία. Η μονή χάντρα στο
κάτω μέρος δημιουργεί ένα άρτιο ημικύκλιο.

Ο δεύτερος αφορά ένα ιδιαίτερο παιχνίδι με τις χάντρες, πολύ αγαπημένο και συνηθισμένο. Αφήνουμε τις χάντρες δύο-δύο να πέφτουν προς τα κάτω, δημιουργώντας ήχους ρυθμικούς, μελωδικούς. Όταν όλα τα ζευγάρια τελειώσουν, η μονή χάντρα παίζει το σπουδαίο ρόλο της. Δεν επιτρέπει στο κομπολόι να πέσει χάμω, να φύγει από τα χέρια μας.

“Η ψυχή μου, φίλε, είναι μοιρασμένη σ΄ αυτές τις γιουσουρένιες χάντρες. Όταν θα τις χαϊδεύεις, θάναι σα να μου μιλάς κι εγώ θα σε ακούω.

Βάλτο στην τσέπη σου. Πάρε με μαζί σου.”

 

Τέλος, ο μονός αριθμός φέρνει πάντα γούρι κι ευτυχία στον κάτοχό του. Οι χάντρες ήταν πάντοτε φτιαγμένες από κεχριμπάρι, από μαύρο κοράλλι, που φυτρώνει στο βυθό της θάλασσας και λέγεται “γιούσουρι”. Επίσης χρησιμοποιημένο υλικό ήταν το “φίλντισι”, το όστρακο που γεννάει τα μαργαριτάρια. Ακόμα ξύλα, κουκούτσια, κόκκαλα διαφόρων ζώων, ελεφαντόδοντο. Τίποτα όμως δεν μπορεί να συγκριθεί με το κεχριμπάρι, λεει ο κ. Ευαγγελλινός.

Το κεχριμπάρι, που είναι το απολιθωμένο ρετσίνι των δέντρων.Με το κομπολόι μας συνδέει σχέση φιλίας, έρωτα και αφοσίωσης,
γράφει ο κ. Ευαγγελινός. Το μυστικό του βρίσκεται καλά κρυμμένο στις τέσσερις από τις πέντε αισθήσεις μας, στην όραση (χρώμα), στην αφή (χάδι), στην ακοή (χτύπος) και στην όσφρηση (κεχριμπαρένια).

Αν θέλεις να έχεις το σωστό για σένα κομπολόι, μας λεει, διάλεξε εκείνο που θα σ΄ ευχαριστεί και θα τέρπει τα μάτια, τα δάχτυλα και τ΄ αυτιά σου. Τότε θα τ΄ αγαπήσεις και θα σ΄ αγαπήσει. Αν, έστω κι ένα από τα τρία αυτά λείπει, θα σημαίνει πως δεν είναι για σένα.

Και τι έχει να πει για τα ασημένια κομπολόγια, για τα χάλκινα, τα μεταλλικά ή και τα πλαστικά;

“Δεν υπάρχει ούτε ένα ελληνικό, ασημένιο κομπολόι που να φτιάχτηκε πριν το 1950.

Είναι δυνατόν να συγκριθούν τα κρύα μέταλλα με τα όμορφα, απαλά και ζεστά κεχριμπαρένια, αυτά από φίλντισι, κοράλλια, κόκκαλα;

Θα ήταν σαν να είχαμε δίπλα-δίπλα μια όμορφη, ολοζώντανη κοπέλα και μια ψεύτικη, άψυχη, λαστιχένια κούκλα.” Και συνεχίζει: “Πως μπορεί να αρέσει σε κάποιον να χαϊδεύει ψυχρά
μέταλλα;”

Εδώ τελειώνει το “ταξίδι” μας για την ανίχνευση της αληθινής ιστορίας του κομπολογιού.

Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον κ. Ευαγγελινό και να ευχηθούμε σε όλους σας να περάσετε από το πανέμορφο Ναύπλιο και το μοναδικό Μουσείο κομπολογιού στον κόσμο!

Σοφία Καρυπίδου