Αισθήσεις

Ποίηση του Χρήστου Ιωαννίδη

Πες μου πως μ΄ αγαπάς

Πες μου πως με θες
και θα γίνω για σένα άνεμος,
να τυλίξω το κορμί σου.
Πες μου πως με χρειάζεσαι
και θα γίνω για σένα η φωτιά,
να περιβάλλω τη ζωή σου.
Πες μου πως μ΄ αγαπάς
και θα γίνω τα πάντα
τα πάντα για σένα
Θα γίνω όλα όσα,
ποτέ δεν υπήρξα
Θα γίνω ο χρόνος,
η θάλασσα που επιθυμείς,
Η ομορφιά κι η αμαρτία
Όλα όσα ονειρεύεσαι
Πες μου πως με θες
και θα γίνω η αλήθεια,
η αλήθεια για σένα.
Θα γίνω ο ουρανός,
Ο ήλιος που χρειάζεσαι
ο χρόνος κι η ζωή.
Πες μου πως μ΄ αγαπάς
και θα γίνω τα πάντα
τα πάντα για σένα.

Αν χαθείς θα χαθώ..

Να μη σ΄ αφήσω από τα μάτια μου
Γιατί, αν χαθείς πως θα υπάρξω;
Τι θ΄ απογίνω μονάχος μου στο χρόνο
Να σκέφτομαι πως κάπου είσαι εσύ.
Πως η αλήθεια μ΄ άφησε στο πέλαγο
μονάχο να πλανιέμαι
να μη σ΄ αφήσω απ΄ την ψυχή μου
να ΄σαι για πάντα μέσα μου
κομμάτι της ζωής μου
να ΄χεις κάπου να τρέξεις να κρυφτείς
όταν ο κόσμος βαθιά θα σε πληγώσει.
Να ΄χεις εμένα πάντα στο πλευρό σου
Πέρα απ΄το χρόνο και τη ζωή την ίδια
Εκεί που η αλήθεια αφήνεται
Μονάχη μες στη νύχτα.
Να ΄χεις το όνειρο να ταξιδεύεις
Και θα ΄ναι ο χρόνος σύμμαχος
Για πάντα στο πλευρό σου
Θα ΄μαι κι εγώ,
Γιατί αν χαθώ,
Πως θα υπάρξεις;
Τι θ΄ απογίνεις
μονάχη σου στο χρόνο

Η αγκαλιά της θάλασσας

Ω, θάλασσα αργυρή
του φεγγαριού καθρέφτρα
με πλάνεψες και σ΄ άφησα
να με ασελγήσεις ως το τέλος
κι ήρθες μια νύχτα σκοτεινή
μια νύχτα ξεχασμένη
ήσουν η Αφροδίτη εσύ
κι ήμουν εγώ ο εραστής
με μάγεψες και μπλέχτηκα
στα δίχτυα της αγάπης
κι όλη τη νύχτα πάλευα
στην αγκαλιά σου να βρεθώ
κι όλο το βράδυ ξόδεψα
στα όνειρά σου να χαθώ.
Ω, θάλασσα αργυρή
του φεγγαριού καθρέφτρα
που μ΄ άφησες μονάχο μου
στη σκοτεινή τη νύχτα,
να μάχομαι το πέλαγο
στα βάθη της καρδιάς σου
ν΄αφήνομαι στο έλεος
στ΄ απέραντα όνειρά σου

Η Αγάπη

Κι αν κάποτε με λυπηθούν τ΄ αστέρια,
θα της μιλήσω την αλήθεια.
Σε μια γωνιά της νύχτας θα σταθώ, να ομολογήσω την αγάπη

Διψώ

Διψώ ανάσα μου
τον ήλιο σου διψώ
Και τραγουδώ
Στα σύνορα του κόσμου
για σένα τραγουδώ

Η Ειρήνη

Κάθε βράδυ έρχεται
η ειρήνη σας νύφη
ντυμένη στα λευκά,
και μας παρακαλεί
με δυνατή φωνή
αφήστε τα όπλα
κι αρχίστε τη γιορτή
το θάνατο μεριάστε
κι αρπάχτε επιτέλους τη ζωή.